Τετάρτη 26 Ιουνίου 2013

Η σημασία της σωστής διατροφής στην αντιμετώπιση των διατροφικών διαταραχών

eating-disorders

Οι ψυχολόγοι προσπαθώντας να εξηγήσουν το κίνητρο πείνας μέσα από το πρίσμα της φυσιολογίας, έχουν εξετάσει τα κέντρα πείνας, το προκαθορισμένο σημείο βάρους, τις λειτουργίες των νευρικών συστημάτων και τη βιοχημεία του σώματος. Δεν υπάρχει προφανώς ένας απλός παράγοντας που εξηγεί την πείνα. Οι επιρροές στην δημιουργία της πείνας και τη ρύθμιση του κορεσμού είναι ξεχωριστές και σύνθετες αλληλεπιδράσεις. Οι αλλαγές σε μια μεταβλητή έχουν επιπτώσεις τελικά και στις άλλες μεταβλητές ως ένα ορισμένο βαθμό.
Η βιολογική ώθηση της πείνας και της όρεξης λειτουργεί παράλληλα με τις συναισθηματικές επιρροές στη συμπεριφορά σίτισης. Οι μελέτες δείχνουν ότι οι βιολογικές επιρροές είναι ισχυρές και μπορούν να παραβλέψουν τις συναισθηματικές επιρροές.
Ακόμα και άνθρωποι με διαφορετική προσωπικότητα θα συμπεριφερθούν προβλέψιμα όταν εκτεθούν σε παρόμοιες φυσικές εμπειρίες. Παραδείγματος χάριν, το να κάνει κανείς δίαιτα θα έχει την ίδια επίδραση σε όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από το εάν είναι υπέρβαροι ή λεπτοί, ευτυχείς ή δυστυχισμένοι, κακοποιημένοι ή αγαπητοί.
Λόγω της σημασίας των φυσικών επιρροών, ένα πρόγραμμα διατροφής είναι απαραίτητο μέρος της θεραπείας των διατροφικών διαταραχών. Μόλις οι κύκλοι των υπερφαγικών επεισοδίων και της ασιτίας, ή των εμετών ή των εναλλαγών μεταξύ επεισοδίων και δίαιτας διακοπούν, μπορεί να περάσουν πολλοί μήνες έως ότου η ψυχολογική και φυσική επιθυμία για τροφή να ελεγχθεί. Κατά τη διάρκεια εκείνου του χρόνου, οι ασθενείς μπορεί συνεχώς να παλεύουν με τις σκέψεις του τι και πόσο να φάνε.
Σύμφωνα με τις Συστάσεις για Διατροφικές Διαταραχές του NICE (Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας και Κλινικής Αριστείας της Μεγάλης Βρετανίας):
«Ο φαύλος κύκλος της ασιτίας – αδηφαγικών επεισοδίων – εμετού, μπορεί να οδηγήσει σε απελευθέρωση υψηλών επιπέδων ινσουλίνης και μεγάλες αυξομειώσεις στα επίπεδα της γλυκόζης του αίματος. Αυτό μπορεί να επηρεάσει τους μηχανισμούς ελέγχου της πείνας καθώς και την χρήση και αποθήκευση της ενέργειας. Η σεροτονίνη και άλλοι νευροδιαβιβαστές εμπλέκονται στη ρύθμιση της όρεξης. Είναι πιθανό να υπάρχει ένας ιδιαίτερος ρόλος στην ισορροπία των υδατανθράκων. Ανισορροπίες στα επίπεδα σεροτονίνης μπορεί να προκύψουν από την επίδραση της ινσουλίνης στη πρόδρομο ουσία, θρυπτοφάνη, τα επίπεδα της οποίας μπορεί να επηρεαστούν αρνητικά από την δίαιτα, ιδιαίτερα στις γυναίκες. Από την άλλη, άμεση μείωση της θρυπτοφάνης μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της πρόσληψης θερμίδων και νευρικότητα στην νευρική βουλιμία και την αδηφαγική διαταραχή, και μπορεί να σχετίζεται με μειωμένη διάθεση, αυξημένη ανησυχία για την εικόνα σώματος και έλλειψη ελέγχου της τροφής σε άτομα που έχουν θεραπευτεί από τις εν λόγω παθήσεις. Άτομα με βουλιμία και αδηφαγική διαταραχή έχουν κακή ρύθμιση στην απελευθέρωση των παραγόντων που εμπλέκονται στην περιφερική απάντηση στη λήψη τροφής, όπως η χολεκυστοκινίνη και η γρελίνη. Έχει επίσης προταθεί ότι η κακή ρύθμιση στα συστήματα που εμπλέκονται στη μακροχρόνια ρύθμιση της ενέργειας όπως η λεπτίνη, μπορεί να επιμείνει και μετά την ανάρρωση.»
Συνοψίζοντας, οι διατροφικές διαταραχές ενώ είναι ψυχολογικές διαταραχές, σχετίζονται ισχυρά με θέματα διατροφής. Επομένως, μια από τις θεμελιώδεις αρχές στην πορέια προς την ανάρρωση είναι ότι η σίτιση πρέπει για μικρό διάστημα να γίνει «μηχανική» υπό την έννοια ότι καθορίζεται από ένα συγκεκριμένο και προκαθορισμένο πλάνο. Αυτό το πλάνο σχεδιάζεται για να σταθεροποιήσει την πείνα και πρέπει να συζητηθεί σε κάθε συνεδρία, και να γίνονται ρυθμίσεις κατόπιν διαβουλεύσεων με το θεράποντα. Έχει διαπιστωθεί ότι αυτή η δομή είναι σχετικά εύκολο να επιβληθεί και οδηγεί συνήθως στη γρήγορη συμμόρφωση με την φυσιολογική δομή σίτισης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου